Τα τελευταία χρόνια, οι χάκερς είναι ευρέως γνωστοί ως οι κακοί του κυβερνοχώρου και έχουν χαρακτηριστεί από την κοινωνία μας, ως εγκληματίες. Είναι γνωστοί επίσης ως crackers ή black hats. Ο όρος κράκερ χρησιμοποιήθηκε για να διακρίνει όσους αποκτούν πρόσβαση σε υπολογιστικά συστήματα, προκαλώντας όμως σ’ αυτά και σοβαρές ζημιές.
Οι όροι black / white / gray hats αφορούν ομάδες των hacker ανάλογα με τις ηθικές τους αρχές.
Ο όρος black hats χαρακτηρίζει τα άτομα εκείνα που έχουν υψηλή ειδίκευση στους υπολογιστές, τα οποία όμως, χρησιμοποιούν τις δεξιότητές τους με μη ηθικούς τρόπους.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι χάκερς δεν είναι όλοι τους κακόβουλοι αλλά υπάρχουν και άνθρωποι της hacking κοινότητας που εισβάλλουν σε κάποιο σύστημα στα πλαίσια των ηθικών αρχών για να αναγνωρίσουν ποια είναι τα τρωτά σημεία, οι οποίοι είναι γνωστοί και ως white hat hackers.
Οι white hats είναι οι hacker που χρησιμοποιούν την ικανότητά τους σαφώς κατά ηθικό τρόπο. Είναι παραδείγματος χάρη, οι υπάλληλοι εταιρειών, οι οποίοι έχουν άδεια να επιτίθενται στα δίκτυο και τα συστήματα της εταιρείας τους για τον καθορισμό των αδυναμιών. Επίσης white hats, είναι και οι πράκτορες της μυστικής υπηρεσίας που χρησιμοποιούν τις ικανότητές τους στο όνομα της εθνικής ασφάλειας ή για τη διερεύνηση και την επίλυση διάφορων εγκλημάτων. Έχουν, δηλαδή, καθήκον να χρησιμοποιούν τις γνώσεις τους με τέτοιο τρόπο, ώστε να επωφεληθούν άλλοι άνθρωποι ή υπηρεσίες.
Στο μέσο των white hats και black hats βρίσκονται οι gray hats.
Οι Gray hat hackers, περιλαμβάνουν τους εθελοντές hacker, δηλαδή, τα άτομα αυτά που χρησιμοποιούν τους υπολογιστές για τη διερεύνηση και την προσπάθεια να τιμωρήσουν τους υποτιθέμενους εγκληματίες του κυβερνοχώρου. Επίσης, χαρακτηρίστηκαν και ως «hackτιβιστές (hacktivists)», δηλαδή τα άτομα που χρησιμοποιούν τους υπολογιστές και το διαδίκτυο για να μεταφέρουν πολιτικά μηνύματα, μεταξύ άλλων οι Harley(2006) και Falk(2005) οι οποίοι ξεχωρίζουν για αυτή την δράση τους στο άρθρο του Brian A. Pashel με τίτλο «Teaching Students to Hack».
Βάσει των Rogers και Post , οι χάκερ (hacker) διακρίνονται σε άλλες τέσσερις κατηγορίες:
1. Παλιά σχολή Χάκερ (Old School Hackers): είναι οι hacker οι οποίοι ασχολούνται με τη δημιουργία προγραμμάτων και την ανάλυση συστημάτων. Δεν έχουν κακές προθέσεις, αφού κατά την γνώμη τους η δραστηριότητά τους δεν είναι παράνομη. Εκτιμούν ιδιαίτερα το απόρρητο των πληροφοριών στον κυβερνοχώρο, πιστεύοντας πως το Διαδίκτυο είναι σχεδιασμένο για να είναι ένα ανοικτό σε όλους.
2. Αρχάριοι, ή πειρατές κυβερνοχώρου (Script Kiddies, ή Cyber-Punks): τους έχουν αποκαλέσει έτσι τα ΜΜΕ και είναι άτομα ηλικίας 12 έως 30 χρονών, κυρίως άνδρες που έχουν τελειώσει τουλάχιστον τη μέση εκπαίδευση. Οι Script Kiddies είναι νέοι στο hacking (αρχάριοι) με περιορισμένη γνώση προγραμματισμού. Ενώ οι Cyber-Punks έχουν καλύτερες δεξιότητες ηλεκτρονικών υπολογιστών (από τους αρχάριους). Υπερηφανεύονται δημόσια για τα κατορθώματά τους και για τις γνώσεις τους στην τεχνολογία και στους Η/Υ, οι οποίες είναι άριστες. Εισβάλλουν σε συστήματα με σκοπό να προξενήσουν ζημιές, όπως παραμόρφωση του διαδικτύου, κλοπή πιστωτικής κάρτας, τηλεπικοινωνιακή απάτη ή αποστολή ανεπιθύμητων μηνυμάτων (spamming), απλά και μόνο γιατί τους διασκεδάζει.
3. Επαγγελματίες ή Κράκερς (Professional Criminals ή Crackers): αυτοί είναι οι πραγματικοί ψηφιακοί εγκληματίες, αλλιώς οι επαγγελματίες εγκληματίες, που εισβάλλουν σε συστήματα και κάνουν ζημιές, με σκοπό το προσωπικό και οικονομικό τους όφελος. Μπορεί να προβούν σε βιομηχανική ή και σε στρατιωτική κατασκοπεία. Επίσης ανήκουν σε εγκληματικές συμμορίες ή τρομοκρατικές ομάδες.
4. Συγγραφείς ιών (Coders and Virus Writers): οι hacker, οι οποίοι διαθέτουν άριστες γνώσεις προγραμματισμού και γράφουν επιβλαβή προγράμματα, τα οποία δεν χρησιμοποιούν οι ίδιοι, αλλά τα πωλούν σε τρίτους.
Ο Pipkin (2003) , διακρίνει τους hacker επίσης σε δύο άλλες κατηγορίες:
-
στους εσωτερικούς (internal hackers) και
-
στους εξωτερικούς (external hackers)
Οι πρώτοι, αποτελούνται από δυσαρεστημένους υπαλλήλους ή πρώην υπάλληλους της επιχείρησης. Πολλές επιθέσεις έχουν πραγματοποιηθεί τελικά, από τους υπαλλήλους που έχουν εσωτερική γνώση και σύνδεση στην εταιρεία. Οι δεύτεροι είναι εκείνοι που έχουν το hacking για διασκέδαση ή και οι επαγγελματίες hacker, που έχουν εξειδικευθεί.