Χακινγκ-Κρακινγκ(hacking-cracking)
Hacking
Oνομάζεται η πράξη εισβολής σε συστήματα υπολογιστών για την απόκτηση γνώσεων που αφορούν το σύστημα που λειτουργεί. Το hacking θεωρείται παράνομο, γιατί απαιτεί ελευθερή πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες, τις οποίες οι hackers καταφέρνουν να αποκτήσουν.
Hacker
Χάκερ(Hacker) ονομάζεται το άτομο το οποίο εισβάλει σε υπολογιστικά συστήματα και πειραματίζεται με κάθε πτυχή τους.Ένας χάκερ έχει τις κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες να διαχειρίζεται σε μεγάλο βαθμό υπολογιστικά συστήματα. Συνήθως οι χάκερς είναι προγραμματιστές, σχεδιαστές συστημάτων αλλά και άτομα τα οποία ενώ δεν ασχολούνται επαγγελματικά με τομείς της πληροφορικής έχουν αναπτύξει τέτοιες δεξιότητες και δουλεύουν είτε σε ομάδες (hacking-groups) είτε μόνοι τους. Αν οι πράξεις τους αυτές είναι κακόβουλες αποκαλούνται craker.
craker
Κράκερ είναι κάποιος που σπάει το ηλεκτρονικό σύστημα κάποιου άλλου. Ένας κράκερ μπορεί να κάνει αυτό για το κέρδος ή επειδή το θεωρεί ως μια πρόκληση.
Υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις σε περίπτωση που ένα υπολογιστικό σύστημα δέχεται επίθεση από κάποιον χάκερ ή κράκερ. Παραδείγματα τέτοιων επιθέσεων είναι τα ακόλουθα:
-
Ο επιτιθέμενος αποκτά πρόσβαση σε ένα υπολογιστικό σύστημα.
-
Ο επιτιθέμενος αποκτά πρόσβαση και καταστρέφει, διαγράφει και τροποποιεί δεδομένα.
-
Ο επιτιθέμενος αποκτά πρόσβαση και τον έλεγχο ενός συστήματος και απαγορεύει την πρόσβαση σε νομιμους χρήστες.
-
Ο επιτιθέμενος χρησιμοποιεί την διεύθυνση εχός συστήματος, για να αποστείλει δεδομένα σε τρίτο σύστημα.
-
Ο επιτιθέμενος δεν απόκτα την πρόσβαση σε ένα σύστημα αλλά προβάινει σε άλλες ενέργειες που ουσιαστικά δεν αφήνουν το σύστημα να λειτουργήσει κανονικά και να επιτελέσει την εργασία του. Αυτή η διακοπή μπορεί να είναι προσωρινή ή μόνιμη.
Ιστορική Αναδρομή
Αρχικά ο όρος "χάκερ" σήμαινε στα αγγλικά το δημιουργό ενός επίπλου ή γενικότερα ξύλινου αντικειμένου με τη βοήθεια πελέκεως (τσεκουριού). Η ιστορία των χάκερς μπορούμε να πούμε πως ξεκινάει το 1960 από σπουδαστές του πανεπιστημίου του MIT. Οι υπολογιστές τότε ήταν mainframes, μηχανήματα κλειδωμένα σε δωμάτια με ελεγχόμενη θερμοκρασία. Το κόστος λειτουργίας τους ήταν απαγορευτικό και οι ερευνητές είχαν στη διάθεση τους περιορισμένο χρόνο εργασίας. Τότε κάποιοι από αυτούς, δημιούργησαν τα πρώτα hacks, προγράμματα που βοηθούσαν στη γρηγορότερη εκτέλεση υπολογισμών. Αρκετές φορές τα hacks ήταν καλύτερα προγράμματα από τα αρχικά. Ένα από τα μεγαλύτερα hack της ιστορίας έγινε το 1969, όταν δύο υπάλληλοι της Βell συνέθεσαν κάποιες εντολές για να αυξήσουν την ταχύτητα των υπολογιστών. Το hack αυτό το ονόμασαν UNIX το οποίο σήμερα αποτελεί ένα ευρέως γνωστό λειτουργικό σύστημα.Τη δεκαετία του 1970, το hacking αποτελούσε εξερεύνηση και κατανόηση του τρόπου λειτουργίας του κόσμου της τεχνολογίας. Το 1971 ο John Draper, βετεράνος του Βιετνάμ, ανακάλυψε ότι η σφυρίχτρα που έδιναν δώρο τα δημητριακά Cap ‘n’ Crunch παρήγαγε ήχο συχνότητας 2600 mhz και την χρησιμοποίησε ώστε να κάνει τηλεφωνήματα χωρίς χρέωση. Ο Draper που αργότερα του δόθηκε το ψευδώνυμο Captain Crunch, συνελήφθηκε αμέσως. Τότε δημιουργείτε ένα κοινωνικό κίνημα από το περιοδικό YIPL/TAP (Youth International Party Line/Technical Assistance Program) το οποίο βοηθούσε χάκερς να κάνουν δωρεάν υπεραστικές κλήσεις. Αργότερα δύο μέλη του Homebrew Computer Club της Καλιφόρνιας, ο Steve Jobs και ο Steve Wozniak, άρχισαν να δημιουργούν τα λεγόμενα «blueboxes», συσκευές με τις οποίες συνήθιζαν να “hackάρουν” τηλεφωνικές συσκευές. Το 1978, οι Randy Sousa και Ward Christiansen δημιούργησαν ένα εικονικό μαγαζί συγκέντρωσης των χάκερς, το πρώτο ΒΒS (Βulletin Βoard System) που λειτουργεί μέχρι και σήμερα.Το 1983, το FBI συνέλαβε 16χρονους χάκερς από το Μιλγουώκι με ψευδώνυμο 414 (ο κωδικός της περιοχής τους) οι οποίοι εισέβαλλαν σε 60 υπολογιστές διάφορων ερευνητικών κέντρων περιλαμβανομένων των Memorial Sloan-Kettering Cancer Center και Alamos National Laboratory. Την ίδια εποχή η ταινία “War Games” έριξε φως στο σκοτεινό κόσμο του hacking και προειδοποίησε το κοινό για τις ικανότητες των χάκερς. Οι ίδιοι οι χάκερς πήραν διαφορετικά μηνύματα από την ταινία. Όλο και περισσότεροι κάτοικοι μετακινούνταν στον ηλεκτρονικό κόσμο. Το ΑRΡΑΝΕΤ μετασχηματιζόταν σε Internet και τα ΒΒS βρίσκονταν σε εποχή άνθησης.Το 1984 αποτέλεσε την αρχή του Μεγάλου Πολέμου κατά των χάκερς. Τότε δημιουργήθηκε η ομάδα Legion of Doom, μέλη των οποίων αποσπάστηκαν και δημιούργησαν τους Masters of Deception. Από το 1990 και για δύο χρόνια, οι δύο ομάδες πολέμησαν μεταξύ τους μέχρι που συνελήφθησαν από το FBI. Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 το Κογκρέσο της Αμερικής δημιούργησε το πρώτο νόμο για τις απάτες με υπολογιστές. Τότε εμφανίστηκε o Robert Morris που το 1988 εισέβαλε σε 6.000 online υπολογιστές και κέρδισε τον “τίτλο” του πρώτου hacker που τιμωρήθηκε από τον νόμο, με 10.000 δολάρια πρόστιμο και ατέλειωτες ώρες κοινωνικού έργου. Ακολούθησε ο Κevin Mitnick και αρκετές φορές κάποια μέλη των Legion of Doom. Τα αισθήματα του κοινού για τους χάκερς άλλαξαν. Οι χάκερς δεν ήταν πια οι εκκεντρικοί που ήθελαν να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις. Η οικονομία που στηριζόταν στο δίκτυο χρειαζόταν προστασία και οι χάκερς χαρακτηρίστηκαν ως εγκληματίες.Τη δεκαετία του 1990, αυξήθηκαν οι απάτες αλλά και οι κλοπές μέσω internet από τους χάκερς. Το 2000, μέσα σε ένα χρονικό διάστημα τριών ημερών οι χάκερς κατάφεραν να εμποδίσουν τη πρόσβαση σε ιστοσελίδες όπως οι Yahoo!, Amazon.com, Buy.com, eBay και CNN.com υπερφορτώνοντας το σύστημα. Ακολουθούν επιθέσεις κατά κυβερνήσεων, κλεψίτυπα αντίγραφα λογισμικού αλλά και δημιουργία ηλεκτρονικών ιών από χάκερς ανά τον κόσμο.
Επιπτώσεις Δράσης
Οι ενέργειες των χάκερς επιφέρουν κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, καθώς και επιχειρησιακές συνέπειες. Οι χρήστες μπορούν να πέσουν θύματα κλοπής των χρημάτων τους από τραπεζικούς λογαριασμούς ή πιστωτικές κάρτες.
Τα ανυποψίαστα θύματα μπορούν να γίνουν δέκτες εκβιασμών, εν αγνοία τους να γίνουν κόμβος ενός botnet, να γίνουν ενδιάμεσοι κόμβοι παροχής κακόβουλου λογισμικού, αποστολείς μηνυμάτων spam, να φιλοξενούν παράνομους servers κ.α.
Σε οργανισμούς και ιδιώτες δημιουργείται οικονομικό αντίκτυπο καθώς μπορεί να σπιλωθεί η φήμη μιας επιχείρησης με αποτέλεσμα η επιχείρηση να χάσει τους πελάτες της, ειδικότερα όταν πρόκειται για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των πελατών.
Με τις ιδιωτικές προσωπικές πληροφορίες προσβάσιμες σε όλους υπάρχει κίνδυνος της υποκλοπής της ταυτότητάς τους και άλλων εμπιστευτικών τους πληριφοριών από άτομα με κακή πρόθεση.